Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θαυμαστής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θαυμαστής (θαυμάστρια) [θavmasˈtis, θavˈmastria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

θαυμαστής (θαυμάστρια)
Bewunderer αρσ (Bewunderin) θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский