Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θαυμάζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . θαυμά|ζω <-σα, -στηκα> [θavˈmazɔ] VERB μεταβ

θαυμάζω

II . θαυμά|ζω <-σα, -στηκα> [θavˈmazɔ] VERB αμετάβ

θαυμάζω για κάτι

Παραδειγματικές φράσεις με θαυμάζω

θαυμάζω για κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский