Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επαργύρωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επαργύρωσ|η <-εις> [ɛparˈjirɔsi] SUBST θηλ

επαργύρωση
Versilberung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский