Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξαργύρωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξαργύρωσ|η <-εις> [ɛksarˈjirɔsi] SUBST θηλ

εξαργύρωση
Einlösung θηλ
εξαργύρωση επιταγής

Παραδειγματικές φράσεις με εξαργύρωση

εξαργύρωση επιταγής

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский