Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξέδρα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξέδρα [ɛˈksɛðra] SUBST θηλ

1. εξέδρα (για ένα άτομο μόνο):

εξέδρα
Podest ουδ

2. εξέδρα (για ομάδα ομιλητών):

εξέδρα
Podium ουδ

3. εξέδρα (λιμανιού):

εξέδρα

4. εξέδρα ΘΈΑΤ:

εξέδρα
Rang αρσ

5. εξέδρα (σε γήπεδο):

εξέδρα
Tribüne θηλ

6. εξέδρα (για κατάδυση):

εξέδρα
Sprungturm αρσ

7. εξέδρα ΑΕΡΟ:

εξέδρα εκτόξευσης
Startrampe θηλ

8. εξέδρα (παραγωγής πετρελαίου):

εξέδρα
Plattform θηλ
Hubplattform θηλ
Halbtaucher αρσ
σταθερή εξέδρα
Festplattform θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με εξέδρα

Startrampe θηλ
σταθερή εξέδρα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский