Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εναρμόνιση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εναρμόνισ|η <-εις> [ɛnarˈmɔnisi] SUBST θηλ

εναρμόνιση

Παραδειγματικές φράσεις με εναρμόνιση

εναρμόνιση θηλ φόρου κύκλου εργασιών (στην ΕΕ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский