Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ελεύθερος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Παραδειγματικές φράσεις με ελεύθερος

ελεύθερος χρόνος
Freizeit θηλ
ελεύθερος επαγγελματίας
Freiberufler(in) αρσ (θηλ)
ελεύθερος συνειρμός ΨΥΧ
ελεύθερος ανασυνδυασμός
ελεύθερος μεσίτης
Freimakler αρσ
ελεύθερος τέκτονας
Freimaurer αρσ
ελεύθερος στίχος
freier Vers αρσ
ελεύθερος έρωτας
freie Liebe θηλ
ελεύθερος σκοπευτής ΣΤΡΑΤ
ελεύθερος ανταγωνισμός
ελεύθερος σαν το πουλί
είσαι ελεύθερος απόψε;

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский