Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ελαιόλαδο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ελαιόλαδο [ɛlɛˈɔlaðɔ] SUBST ουδ

ελαιόλαδο
Olivenöl ουδ
αγνό ελαιόλαδο
reines Olivenöl ουδ
άθερμο ελαιόλαδο
παρθένο ελαιόλαδο
παρθένο ελαιόλαδο

Παραδειγματικές φράσεις με ελαιόλαδο

παρθένο ελαιόλαδο
αγνό ελαιόλαδο
άθερμο ελαιόλαδο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский