Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκπορνεύω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκπορνεύ|ω <-σα, -τηκα> [ɛkpɔrˈnɛvɔ] VERB μεταβ και μτφ

εκπορνεύω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский