Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκπλειστηριαστής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκπλειστηριαστής [ɛkplistiriasˈtis] SUBST αρσ

εκπλειστηριαστής
Auktionator αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский