Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκκρεμοδικία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκκρεμοδικία [ɛkrɛmɔðiˈcia] SUBST θηλ ΝΟΜ

εκκρεμοδικία
Anhängigkeit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский