Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκατονταετία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκατονταετία [ɛkatɔndaɛˈtia] SUBST θηλ

1. εκατονταετία (αιώνας):

εκατονταετία
Jahrhundert ουδ

2. εκατονταετία (περίοδος εκατό ετών):

εκατονταετία
εκατονταετία
hundert Jahre ουδ πλ
στην εκατονταετία που
την επόμενη εκατονταετία
κατά την τελευταία εκατονταετία
σε μία εκατονταετία

Παραδειγματικές φράσεις με εκατονταετία

κατά την τελευταία εκατονταετία
στην εκατονταετία που
σε μία εκατονταετία
την επόμενη εκατονταετία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский