Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εγχείρηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εγχείρησ|η <-εις> [ɛɲˈçirisi] SUBST θηλ

εγχείρηση
Operation θηλ
κάνω εγχείρηση (ασθενής)
εγχείρηση καρδιάς
Herzoperation θηλ
εγχείρηση καταρράκτη
Staroperation θηλ
εγχείρηση μαστού
εγχείρηση μπαϊπάς
εγχείρηση χοληδόχου κύστεως

Παραδειγματικές φράσεις με εγχείρηση

εγχείρηση θηλ μπαϊπάς
κάνω εγχείρηση (ασθενής)
εγχείρηση καρδιάς
εγχείρηση καταρράκτη
εγχείρηση μαστού
εγχείρηση μπαϊπάς
εγχείρηση θηλ ανοιχτής καρδιάς

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский