Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δέομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δέ|ομαι <-ήθηκα> [ˈðɛɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα

δέομαι
δέομαι προς τον Κύριο

Παραδειγματικές φράσεις με δέομαι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский