Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δέηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δέησ|η <-εις> [ˈðɛisi] SUBST θηλ

1. δέηση (παράκληση):

δέηση
Bitte θηλ

2. δέηση (προσευχή):

δέηση
Bittgebet ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский