Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γηπεδούχος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γηπεδούχ|ος <-ος, -ο> [jipɛˈðuxɔs] ΕΠΊΘ

γηπεδούχος
Heim-
γηπεδούχος ομάδα

Παραδειγματικές φράσεις με γηπεδούχος

γηπεδούχος ομάδα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский