Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γαμήσι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γαμήσι [ɣaˈmisi] SUBST ουδ

1. γαμήσι χυδ (σεξουαλική πράξη):

γαμήσι
Fick αρσ

2. γαμήσι χυδ μτφ (κουραστικό πράγμα):

γαμήσι
Plackerei θηλ

3. γαμήσι χυδ μτφ (δυσάρεστο πράγμα):

γαμήσι
Scheiß αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский