Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γαλανός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γαλαν|ός <-ή, -ό> [ɣalaˈnɔs] ΕΠΊΘ

1. γαλανός:

γαλανός

2. γαλανός (μάτια):

γαλανός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский