Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βάρδουλο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βάρδουλο [ˈvarðulɔ] SUBST ουδ (παπουτσιού)

βάρδουλο
Rahmen αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский