Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανακύκλωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανακύκλωσ|η <-εις> [anaˈciklɔsi] SUBST θηλ

1. ανακύκλωση (απορριμμάτων, υλικών):

ανακύκλωση
Recycling ουδ
ανακύκλωση
ανακύκλωση αποβλήτων
ανακύκλωση αποβλήτων
ανακύκλωση γυαλιού
Glasrecycling ουδ
ανακύκλωση κεφαλαίων
ανακύκλωση χαρτιού

2. ανακύκλωση (περιοδική επανάληψη):

ανακύκλωση
Kreislauf αρσ

3. ανακύκλωση ΑΕΡΟ:

ανακύκλωση
Looping αρσ o ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με ανακύκλωση

ανακύκλωση αποβλήτων
ανακύκλωση γυαλιού
ανακύκλωση κεφαλαίων
ανακύκλωση χαρτιού

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский