Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναθερμαίνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναθερμ|αίνω <-ανα, -άνθηκα> [anaθɛrˈmɛnɔ] VERB μεταβ

1. αναθερμαίνω (ξαναζεσταίνω):

αναθερμαίνω

2. αναθερμαίνω μτφ (αναζωπυρώνω):

αναθερμαίνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский