Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αθέμιτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αθέμιτ|ος <-η, -ο> [aˈθɛmitɔs] ΕΠΊΘ

1. αθέμιτος (ανεπίτρεπτος):

αθέμιτος

2. αθέμιτος (μη νόμιμος):

αθέμιτος
αθέμιτος ανταγωνισμός

Παραδειγματικές φράσεις με αθέμιτος

αθέμιτος συναγωνισμός
αθέμιτος ανταγωνισμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский