Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αεροβατώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αεροβατ|ώ <-είς> [aɛrɔvaˈtɔ] VERB αμετάβ nur präs und imperf

αεροβατώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский