Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αγώνισμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αγώνισμα [aˈɣɔnizma] SUBST ουδ

αγώνισμα
Wettkampf αρσ
αγώνισμα πάλης
Ringkampf αρσ
αγώνισμα δρόμου
Wettlauf αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με αγώνισμα

αγώνισμα πάλης
Ringkampf αρσ
αγώνισμα δρόμου
Wettlauf αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский