Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αγιοκέρι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αγιοκέρι [ajɔˈcɛri] SUBST ουδ

1. αγιοκέρι (λαμπάδα):

αγιοκέρι
(große) Kerze θηλ

2. αγιοκέρι (ουσία: κερί μέλισσας):

αγιοκέρι
Bienenwachs ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский