Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αγίνωτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αγίνωτ|ος <-η, -ο> [aˈjinɔtɔs] ΕΠΊΘ

1. αγίνωτος (δουλειά):

αγίνωτος

2. αγίνωτος (φρούτο):

αγίνωτος

3. αγίνωτος (φαΐ):

αγίνωτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский