Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „έργο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

έργο [ˈɛrɣɔ] SUBST ουδ

1. έργο (προϊόν εργασίας) ΛΟΓΟΤ:

έργο
Werk ουδ
sein Lebenswerk ουδ
die Werke ουδ πλ Gottes
γραπτό έργο
Schriftwerk ουδ
δημόσιο έργο
Bauwerke ουδ πλ

2. έργο (ενέργεια):

έργο
Tat θηλ

3. έργο (καθήκον):

έργο
Aufgabe θηλ

4. έργο ΤΈΧΝΗ:

έργο τέχνης
Kunstwerk ουδ

5. έργο ΚΙΝΗΜ:

έργο
Film αρσ

6. έργο ΘΈΑΤ:

έργο
Stück ουδ
θεατρικό έργο
Theaterstück ουδ

7. έργο ΦΥΣ:

έργο
Arbeit θηλ
έργο όγκου
Volumenarbeit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский