Ελληνικά » Γερμανικά

ένδεκα

ένδεκα s. έντεκα

Βλέπε και: έντεκα

έντεκα [ˈɛndɛka], ένδεκα [ˈɛnðɛka] NUM

έντεκα [ˈɛndɛka], ένδεκα [ˈɛnðɛka] NUM

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский