Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „έμμεσος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

έμμεσ|ος <-η, -ο> [ˈɛmɛsɔs] ΕΠΊΘ

Παραδειγματικές φράσεις με έμμεσος

έμμεσος φωτισμός
έμμεσος δράστης ΝΟΜ
άμεσος/έμμεσος φόρος
άμεσος/έμμεσος δόλος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский