Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „έγγαμος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

έγγαμ|ος <-η, -ο> [ˈɛŋɣamɔs] ΕΠΊΘ

έγγαμος
έγγαμος βίος
Eheleben ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με έγγαμος

έγγαμος βίος
Eheleben ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский