Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άδηλος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άδηλ|ος <-η, -ο> [ˈaðilɔs] ΕΠΊΘ

1. άδηλος (κρυμμένος):

άδηλος

2. άδηλος (ακαθόριστος):

άδηλος

3. άδηλος (αβέβαιος):

άδηλος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский