Ελληνικά » Γερμανικά

μαλαισιαν|ός <-ή, -ό> [malɛsiaˈnɔs] ΕΠΊΘ

μαλαισιανός

Μαλαισιαν|ός (-ή) [malɛsiaˈn|ɔs, -i] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με μαλαισιανός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский