Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Αδάμ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Αδάμ [aˈðam] SUBST αρσ αμετάβλ

Αδάμ
Adam αρσ
ο Αδάμ και η Εύα

Παραδειγματικές φράσεις με Αδάμ

μήλο του Αδάμ
Adamsapfel αρσ
ο Αδάμ και η Εύα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский