Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Ölproduzent“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Ölproduzent(in) αρσ (θηλ)
Ölproduzent(in) αρσ (θηλ)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Nach dem Krieg wurde er zunächst Investmentbanker, ehe er Partner bei einem unabhängigen Gas- und Ölproduzent wurde.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Ölproduzent" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский