Γερμανικά » Γαλλικά

II . küssen [ˈkʏsən] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

III . küssen [ˈkʏsən] ΡΉΜΑ αμετάβ

I . passen ΡΉΜΑ αμετάβ

5. passen ΤΡΆΠ:

ιδιωτισμοί:

das könnte dir so passen! ειρων οικ
tu l'as vu jouer , celle-là ? οικ
das passt zu dir/ihr! οικ
c'est bien toi/elle ! οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina