Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „belemmert“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

belemmertπαλαιότ

belemmert → belämmert

Βλέπε και: belämmert

I . belämmertΜΟ [bəˈlɛmɐt] οικ ΕΠΊΘ

1. belämmert (betreten):

2. belämmert (dumm):

mais ça va pas, la tête ! οικ

II . belämmertΜΟ [bəˈlɛmɐt] οικ ΕΠΊΡΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina