στο λεξικό PONS
Im·mo·bi·li·en-Lea·sing [-li:zɪŋ] ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΟΠ, ΑΚΊΝ
Lea·sing-Fi·nan·zie·rung ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Chassé ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Fleet-Leasing ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Leasing-Fondsgeschäft ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Plant Leasing ΟΥΣ ουδ ΑΚΊΝ
Operating Leasing ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Financial Leasing ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.