Γαλλικά » Γερμανικά

opprimé(e) [ɔpʀime] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

Unterdrückte(r) θηλ(αρσ)

Παραδειγματικές φράσεις με opprimés

les faibles et les opprimés

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina