Γαλλικά » Γερμανικά

effectif (-ive) [efɛktif, -iv] ΕΠΊΘ

2. effectif ΝΟΜ:

effectif (-ive)

3. effectif Η/Υ:

Παραδειγματικές φράσεις με effective

puissance effective
valeur rélle [ou effective]

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "effective" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina