Γαλλικά » Γερμανικά

doué(e) [dwe] ΕΠΊΘ

ιδιωτισμοί:

tu es doué(e), toi ! ειρων οικ

Παραδειγματικές φράσεις με doués

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina