Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „crécher“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

crécher [kʀeʃe] ΡΉΜΑ αμετάβ οικ

Παραδειγματικές φράσεις με crécher

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Les occupants de circonstance pourront, au cours de leur séjour, crécher dans ses bâtisses.
fr.wikipedia.org
En zoologie, le terme crèche réfère aux rassemblements de jeunes oiseaux d’espèces nidifuges en dehors du lieu de nidification.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "crécher" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina