Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „affabuler“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

I . affabuler [afabyle] ΡΉΜΑ μεταβ

affabuler

II . affabuler [afabyle] ΡΉΜΑ αμετάβ

affabuler
affabuler
spinnen οικ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Elle a un corps mince, affabulé d'une tenue de haute aristocratie et d'un monocle.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "affabuler" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina