vieilli στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για vieilli στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Βλέπε και: vieillir

1. vieillir (en âge):

j'ai vieilli
j'ai vieilli (en maturité)

1. vieillir (en âge):

j'ai vieilli
j'ai vieilli (en maturité)

Μεταφράσεις για vieilli στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
vieilli
vieilli
le livre/film a mal vieilli
vieilli en fût
vieilli en fût

vieilli στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για vieilli στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

II.vieillir [vjɛjiʀ] ΡΉΜΑ μεταβ (faire paraître plus vieux)

Μεταφράσεις για vieilli στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

vieilli Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

être vieilli
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "vieilli" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski