s'écoute στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για s'écoute στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. écoute (fait d'écouter):

être à l'écoute de qc/qn κυριολ

2. écoute (audience):

heure de grande écoute ΡΑΔΙΟΦ

1. écouter (s'appliquer à entendre):

Μεταφράσεις για s'écoute στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
écoute θηλ

s'écoute στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για s'écoute στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

III.écouter [ekute] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα (s'observer avec complaisance)

Μεταφράσεις για s'écoute στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
écoute θηλ
pastoral work βρετ

s'écoute Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Il se chante et s'écoute au garde-à-vous.
fr.wikipedia.org
Plus moderne que les albums précédents, il s'écoute aussi plus facilement.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski