penché στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για penché στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

I.penché (penchée) [pɑ̃ʃe] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

penché → pencher

II.penché (penchée) [pɑ̃ʃe] ΕΠΊΘ (incliné)

penché (penchée) mur
penché à la fenêtre
penché sur mon ouvrage

Βλέπε και: pencher

1. se pencher personne:

‘do not lean out the window’ αμερικ

1. se pencher personne:

‘do not lean out the window’ αμερικ

Μεταφράσεις για penché στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
penché
penché
penché

penché στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για penché στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Μεταφράσεις για penché στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
penché(e)
tilt μτφ
être penché en arrière
être penché

penché Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

être penché mur, tour
être penché tableau
être penché sur qn/qc
penché sur ses livres
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "penché" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski