payés στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για payés στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. payer (régler):

I paid the shop assistant βρετ
I paid the salesclerk αμερικ
to be paid peanuts οικ

2. payer (s'acquitter envers):

4. payer (subir des conséquences):

to take the rap οικ

2. se payer (à soi-même):

se payer ειρων rhume, mauvaise note
se payer ειρων travail, importun
se payer une cuite οικ
to give sb what for οικ
to bed sb οικ
to have it off with sb αργκ
to talk a lot of hot air οικ
se payer la tête οικ ou la gueule αργκ ou la tronche αργκ de qn (se moquer)
to take the piss out of sb βρετ αργκ
se payer la tête οικ ou la gueule αργκ ou la tronche αργκ de qn (se moquer)
to take the mickey out of sb βρετ οικ
se payer la tête οικ ou la gueule αργκ ou la tronche αργκ de qn (se moquer)
to razz sb αμερικ
se payer la tête οικ ou la gueule αργκ ou la tronche αργκ de qn (duper)

Βλέπε και: paie

ça fait ou il y a une paie! οικ
it was ages ago οικ

Μεταφράσεις για payés στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
θηλ πλ they're paid peanuts
trop-payé αρσ

payés στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για payés στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Βλέπε και: payer, paie2, paie1

paie indic et subj ενεστ de payer

Μεταφράσεις για payés στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
paid holiday αμερικ [or vacation]
congés mpl payés

payés Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

congés payés
ouvrier(-ière) αρσ (θηλ) payé à la tâche
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski