occupées στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για occupées στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

I.occupé (occupée) [ɔkype] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

occupé → occuper

2. occupé:

engaged βρετ
it's engaged βρετ

Βλέπε και: occuper

1. occuper (se trouver dans) personne:

2. occuper (remplir):

6. s'occuper (se mêler):

de quoi je m'occupe οικ!
keep your nose out! βρετ οικ
keep your butt out! αμερικ οικ

1. occuper (se trouver dans) personne:

2. occuper (remplir):

6. s'occuper (se mêler):

de quoi je m'occupe οικ!
keep your nose out! βρετ οικ
keep your butt out! αμερικ οικ

Μεταφράσεις για occupées στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
les terres occupées

occupées στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για occupées στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Μεταφράσεις για occupées στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

occupées Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

t'occupe (pas)! οικ
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski