mariée στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για mariée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

I.marié (mariée) [maʀje] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

marié → marier

III.marié (mariée) [maʀje] ΟΥΣ αρσ (θηλ)

Βλέπε και: marier

1. marier (unir) maire, prêtre:

to marry (à, avec to)
on l'a mariée de force à 18 ans

1. marier (unir) maire, prêtre:

to marry (à, avec to)
on l'a mariée de force à 18 ans

marie-louise <πλ maries-louises> [maʀilwiz] ΟΥΣ θηλ

marie-salope <πλ maries-salopes> [maʀisalɔp] ΟΥΣ θηλ

marie-couche-toi-là <πλ marie-couche-toi-là> [maʀikuʃtwala] ΟΥΣ θηλ αργκ, μειωτ

Μεταφράσεις για mariée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
robe θηλ de mariée
proches αρσ πλ de la mariée

mariée στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για mariée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

bain-marie <bains-marie> [bɛ̃maʀi] ΟΥΣ αρσ

Μεταφράσεις για mariée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
jeune marié(e) αρσ (θηλ)
future mariée θηλ
jeune mariée θηλ
très jeune mariée
m
de mariée

mariée Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

vive la mariée/la liberté!
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "mariée" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski