mêlés στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για mêlés στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. mêler (mélanger):

2. se mêler:

3. se mêler (s'occuper):

mêle-toi de tes affaires οικ ou oignons αργκ
de quoi je me mêle οικ!

I.mêlé (mêlée) [mele] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

mêlé → mêler

Βλέπε και: mêler

1. mêler (mélanger):

2. se mêler:

3. se mêler (s'occuper):

mêle-toi de tes affaires οικ ou oignons αργκ
de quoi je me mêle οικ!

I.pêle-mêle, pêlemêle <πλ pêle-mêle, pêlemêles> [pɛlmɛl] ΕΠΊΡΡ

II.pêle-mêle, pêlemêle <πλ pêle-mêle, pêlemêles> [pɛlmɛl] ΟΥΣ αρσ

Μεταφράσεις για mêlés στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
interwoven μτφ

mêlés στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για mêlés στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

mêle-tout [mɛltu] ΟΥΣ αρσ αμετάβλ Βέλγ (personne qui se mêle de tout, qui est indiscrète)

Μεταφράσεις για mêlés στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
pêle-mêle αμετάβλ
mêle-tout αρσ Βέλγ

mêlés Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to add in colorful details to a story αμερικ
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski