limitée στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για limitée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. limiter (restreindre):

la vitesse est limitée à 90 km/h

I.limité (limitée) [limite] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

limité → limiter

II.limité (limitée) [limite] ΕΠΊΘ (restreint)

Βλέπε και: limiter

1. limiter (restreindre):

la vitesse est limitée à 90 km/h

3. limite (borne):

limite also ΜΑΘ
at a pinch, I can lend you 100 euros βρετ
in a pinch, I can lend you 100 euros αμερικ

5. limite (cadre):

cas limite ΙΑΤΡ, ΨΥΧ
hauteur/largeur/poids limite ΜΕΤΑΦΟΡΈς
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για limitée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
production θηλ limitée
zone θηλ à vitesse limitée
société θηλ à responsabilité limitée
assurance-vie θηλ à durée limitée
limiter (to à)

limitée στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για limitée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

3. limite (borne) a. ΜΑΘ:

Μεταφράσεις για limitée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
à responsabilité limitée
responsabilité θηλ limitée
société θηλ à responsabilité limitée

limitée Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

société θηλ à responsabilité limitée
société θηλ à responsabilité limitée

limitée Από το λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA Bock GmbH

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski